Λυπούμαστε, αλλά τα λεξικά μας δεν ξέρουν να μεταφράζουν προτάσεις!
Το WordReference προσφέρει διαδικτυακά λεξικά, όχι λογισμικό μεταφράσεων. Παρακαλούμε, αναζητήστε μία μία τις λέξεις (μπορείτε να τις κλίκαρετε παρακάτω) ή κάντε μια ερώτηση στα φόρουμε εάν χρειάζεστε άλλη βοήθεια.

area of outstanding natural beauty


Η φράση που αναζητήσατε δεν βρέθηκε.
Η εγγραφή για τον όρο outstanding παρατίθεται στη συνέχεια.

Δείτε επίσης: area | of | natural | beauty

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
outstanding adj (exceptional)έξοχος, εξαιρετικός, εξαίρετος επίθ
 His play in that game was outstanding; we shouldn't expect to see that level from him again anytime soon.
 Ο τρόπος που έπαιξε σε αυτόν τον αγώνα ήταν έξοχος (or: εξαιρετικός), και δεν θα έπρεπε να περιμένουμε να τον ξαναδούμε σύντομα σε τέτοιο επίπεδο.
outstanding adj (unresolved)εκκρεμής επίθ
  σε εκκρεμότητα περίφρ
 We still have three issues outstanding; hopefully we can resolve them next week.
 Έχουμε τρία εκκρεμή ζητήματα. Αν όλα πάνε καλά, θα μπορέσουμε να τα επιλύσουμε την άλλη εβδομάδα.
outstanding adj (not yet done)που εκκρεμεί περίφρ
  που είναι σε εκκρεμότητα περίφρ
 I can't play golf on Friday; I still have a lot of outstanding work to do.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
outstanding adj (conspicuous, prominent)εξέχων μτχ ενεστ
  επιφανής επίθ
 He is an outstanding member of the community, known for his many good deeds.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
loans outstanding,
outstanding loans
npl
(borrowed money yet to be repaid)εκκρεμούσα οφειλή επίθ + ουσ θηλ
 Write the value of your loans outstanding on page 6 of the form.
outstanding accounts npl (costs yet to be repaid)ανεξόφλητο χρέος ουσ ουδ
  εκκρεμούσα οφειλή ουσ θηλ
 All outstanding accounts will need to be settled.
outstanding balance n (money still owed)ανεξόφλητο χρέος ουσ ουδ
  εκκρεμούσα οφειλή ουσ θηλ
 I just received a letter saying that I still have an outstanding balance on my car, but I'm sure I've completed the payments.
outstanding bills npl (costs yet to be repaid)ανεξόφλητο χρέος ουσ ουδ
  εκκρεμούσα οφειλή ουσ θηλ
 Each month the company sends invoices to customers with outstanding bills.
outstanding charges npl (fees still to be paid)ανεξόφλητες χρεώσεις επίθ + ουσ θηλ πλ
  εκκρεμείς χρεώσεις επίθ + ουσ θηλ πλ
outstanding check (US),
outstanding cheque (UK)
n
(cheque yet to be cashed)μη εξαργυρωμένη επιταγή περίφρ
outstanding debt n (money still owed)ανεξόφλητο χρέος ουσ ουδ
  εκκρεμούσα οφειλή ουσ θηλ
 She was not able to buy a car due to her outstanding debt.
outstanding invoice n (bill still to be paid)ανεξόφλητο τιμολόγιο επίθ + ουσ ουδ
  εκκρεμές τιμολόγιο επίθ + ουσ ουδ
  ανεξόφλητος λογαριασμός επίθ + ουσ αρσ
  εκκρεμής λογαριασμός επίθ + ουσ αρσ
 Please settle all outstanding invoices before the end of the month.
outstanding performance n (excellence, high achievement)εξαιρετική απόδοση επίθ + ουσ θηλ
  εξαίρετη επίδοση επίθ + ουσ θηλ
  εξαίρετη απόδοση επίθ + ουσ θηλ
 His outstanding performance in the field of business and commerce has brought him several awards.
outstanding ratings npl (excellent grades or ranking)εξαιρετική βαθμολογία επίθ + ουσ θηλ
  εξαιρετική κατάταξη επίθ + ουσ θηλ
  εξαιρετικά υψηλή βαθμολογία περίφρ
  εξαιρετικά υψηλή κατάταξη περίφρ
outstanding service n (excellent professional contribution)εξαιρετικές υπηρεσίες, εξαίρετες υπηρεσίες επίθ + ουσ θηλ πλ
  εξαιρετική εξυπηρέτηση, εξαίρετη εξυπηρέτηση επίθ + ουσ θηλ
outstanding stocks npl (quantities remaining) (ποσότητες εμπορευμάτων)υπολειπόμενο απόθεμα περίφρ
outstanding taxes npl (duties or levies still to be paid)ανεξόφλητοι φόροι επίθ + ουσ αρσ πλ
  εκκρεμείς φόροι επίθ + ουσ αρσ πλ
  ανεξόφλητες εισφορές επίθ + ουσ θηλ πλ
  εκκρεμείς εισφορές επίθ + ουσ θηλ πλ
outstanding work n (task or job still to be done)εκκρεμής εργασία επίθ + ουσ θηλ
  (καθομιλουμένη)εργασία που πρέπει να γίνει, δουλειά που πρέπει να γίνει περίφρ
 I can't play golf on Friday; I still have a lot of outstanding work to do.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση area of outstanding natural beauty στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «area of outstanding natural beauty».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!